Οι απώλειες στο Σύστημα Μεταφοράς οφείλονται στην μετατροπή της ηλεκτρικής ενέργειας σε θερμότητα τόσο εξαιτίας της ηλέκτρισης του εξοπλισμού όσο και εξαιτίας των αποστάσεων στις οποίες μεταφέρεται η ενέργεια. Αποτέλεσμα των απωλειών είναι να απαιτείται η παραγωγή περισσότερης ηλεκτρικής ενέργειας από αυτή που τελικά απορροφάται από τους καταναλωτές.
Σύμφωνα με το Κεφάλαιο 17 του τροποποιημένου Κανονισμού Αγοράς Εξισορρόπησης,[1] ο Διαχειριστής του ΕΣΜΗΕ προβλέπει τις Απώλειες ΕΣΜΗΕ και προβαίνει στις απαραίτητες ενέργειες για την κάλυψη των εν λόγω ποσοτήτων ενέργειας μέσω κατάθεσης Εντολών με Αποδοχή Τιμής και Προτεραιότητα Εκτέλεσης στην Αγορά Επόμενης Ημέρας ή/και στην Ενδοημερήσια Αγορά ή/και μέσω της Ενεργειακής Χρηματοπιστωτικής Αγοράς ή/και μέσω συμβάσεων που συνάπτει κατόπιν διαγωνισμού.
Ο Διαχειριστής του ΕΣΜΗΕ υπολογίζει τις πραγματικές Απώλειες ΕΣΜΗΕ, και υπολογίζει τη χρέωση/πίστωση της Εκκαθάρισης Αποκλίσεων αυτών των Απωλειών. Εν συνεχεία, ανακτά το συνολικό κόστος των Απωλειών ΕΣΜΗΕ μέσω του αντίστοιχου Λογαριασμού Προσαυξήσεων όπως καθορίζεται στο Άρθρο 93 του Κανονισμού Αγοράς Εξισορρόπησης. Οι Απώλειες ΕΣΜΗΕ εκτιμώνται με βάση την «Μεθοδολογία Υπολογισμού Απωλειών ΕΣΜΗΕ».[2] Ο Διαχειριστής του ΕΣΜΗΕ χρησιμοποιεί την ως άνω μεθοδολογία για τον υπολογισμό της ωριαίας Πρόβλεψη των Απωλειών του ΕΣΜΗΕ που πρέπει να αγοραστούν σύμφωνα με τα ανωτέρω.
[1] Εγκρίθηκε με την Απόφαση ΡΑΕ υπ’ αριθμ. 1357/2020 (ΦΕΚ Β’ 4516/14.10.2020),
[2] Εγκρίθηκε από τη ΡΑΕ με την Απόφαση 953/2020 (ΦΕΚ Β’ 2926/17.07.2020)